Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ


ΜΕΣΙΣΤΙΕΣ, ΠΕΡΙΠΟΥ, ΣΗΜΑΙΕΣ
Κι έτσι, πέρασαν τα χρόνια,
Σαν τους γλεντοκόπους με τα κάρα
Που, κρατώντας πολύχρωμα αλεξιβρόχια
Ή-κατά τα μερομήνια-παρασόλια,
Τραγουδούσαν τον "Χαραλάμπη".

Οι χωματόδρομοι έγιναν λεωφόροι.

Και κανένας δε μπορεί να πει με σιγουριά
Αν τα αγγελτήρια των στύλων
(Μεσίστιες, περίπου, σημαίες)
Αφορούν εκείνους που έστειλαν κάποτε
Στο χαρταετό, με ροδέλα, την παιδική τους καρδιά.

Το μόνο που απομένει σε μια λεωφόρο
Απ'τον καιρό που υπήρξε χωματόδρομος,
Είναι η ίδια θέση των αστερισμών
Και μια νυχτερίδα, γρήγορη σαν τη σκέψη:
Κάποτε κυνηγούσε πεταλούδες στα mirabilis,
Σήμερα σημαδεύει,από ανοιχτά παράθυρα,
Καθρέφτες χωρίς είδωλα-σημάδια του Καιρού.







Τρίτη 29 Απριλίου 2014

ΑΥΤΗ Η ΣΠΙΘΑ




ΝΑ ΑΦΟΥΓΚΡΑΖΕΤΑΙ ΤΟΝ ΚΟΑΣΜΟ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Αυτή η σπίθα περιφέρονταν
Ανέλαιος κι ανέστια.
Την τοποθέτησα σ'ένα σπιρτόκουτο
Σα νά 'τανε το δόντι της Ταρσώς,
Της δια Χριστόν σαλής.
Κι έκτοτε την περιφέρω στην Αγορά
Το βουερό της κοασμό να αφουγκράζεται,

Να,ευχομένη,ζωηρεύει.






Κυριακή 27 Απριλίου 2014

ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Κι απ' τις ρωγμές αυτού του ανθρώπου,
Διακρίνω (αγγέλους) πάνω σε ποδήλατα
Της παραλίας-Μπίσμαρκ και Γκόρεκ-
Κορίτσια με σκονισμένα πόδια,
Με σκονισμένα χαμόγελα,
Κι ένα κλαδάκι αγιόκλημα,
Σαν άνεμο μικρό,στα χείλη.

Βλέπω τη ράχη φίλων που απομακρύνονται.

Ύστερα κλείνουν οι ρωγμές.

Κι όλα,
Ο άνθρωπος, τα κορίτσια, οι φίλοι
Γίνονται σκοτεινό τραγούδι.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΚΑΤΩΦΛΙΩΝ

Ένα κατώφλι δε σημαίνει-κατ'ανάγκην- απόφαση,
Επέτειο,
Αψίδα Ρωμαϊκού Θριάμβου.
Μπορεί να'ναι και η φυσούνα που περνάς
Μ'ένα άβε στα χείλη
Και τον ασπάλακα του φόβου
Να σου δαγκώνει την καρδιά.
Θαυμάσια, θα μπορούσε να'ναι η υγρή Στιγμή
Που είδες τη ράχη του Χρόνου.
Ένα κατώφλι δεν, κατ'ανάγκην, το περνάς
Ή
Δεν είναι το μοναδικό που διάβηκες
Δίχως την ύπαρξή του να εννοήσεις.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ

Παράξενο:
Ξαφνικά, κάποιοι απ' το πλήθος
Αρχίζουν ν'ανάβουν-βυζαντινοί άγιοι- από μέσα,
Αργά, σαν μια λάμπα ασετιλίνης.
Αλλάζουν πορεία,τότε,
Στρέφονται δυτικά,
Όπως οι χελώνες και τα απογευματινά ηλιοτρόπια.
Προσπαθούν βέβαια να επισυνάψουν
Το κουρασμένο τους μισό,
Ν' αναστηλώσουν τις σκόρπιες πέτρες του.
Σπανίως το κατορθώνουν.
Ψιθυρίζουν λέξεις όπως "ουρανός"και "ποίημα".
Όμως ο αρχάγγελος τους εμποδίζει,
Πετώντας τους στα μάτια
Μια χούφτα αστέρια.
   

Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

"Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν"

Η συλλογή ποιημάτων μου με τίτλο "Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν", το διαθέτω ελεύθερα για κατέβασμα σε όλους από εδώ.


Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΗΣ


"Χριστός Ανέστη", ευχήθηκε ο πατέρας.
Φορούσε στρατιωτική στολή κι ήταν καθισμένος σε παγκάκι,
Μπροστά στο Λευκό Πύργο.
"Αληθώς ο Κύριος",συμπλήρωσε η μητέρα,
Μέσα σε μιαν αυλή με μαγιάτικα ρόδα.

"Και του χρόνου",απάντησε εκείνος και στους δυο.

Ύστερα,έκλεισε το καφεκούτι με τις φωτογραφίες.

Πριν καθίσει στο τραπέζι με τις δυο άδειες,απέναντί του,καρέκλες,
Θυμήθηκε
Ότι δε σταύρωσε με τη λαμπριάτικη φλόγα την είσοδο του σπιτιού.

Πρώτη φορά που το ξεχνούσε.

ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΜΙΑΝ ΥΠΟΚΛΙΣΗ


Τελικά,
Ο Νόμος της "ατέρμονης επιστροφής" λειτουργεί.

Σε σένα το λέω,δακρυσμένε μου σοφέ,
Που αγκαλιάζεις,στην πλατεία Κάρλος Αλμπέρτο,
Το κεφάλι ενός θλιμμένου αλόγου.

Τα φλούδια των πανάρχαιων φιστικιών, στις τσέπες μου,
Ξανάγιναν χαρταετοί κι αστέρια.

Τα μοιράζω, όπως παλιά,
Σε ανυπόμονα παιδιά και γελωτοποιούς
Με γραβάτες αγχόνες.
Σε νταντάδες με ρόδινα αυτάκια
Και,γεμάτα κρύον ήλιο,στρουθία.

Πάντοτε με μιαν υπόκλιση
Μεθυσμένου αμαξά του Τορίνο.




Τρίτη 22 Απριλίου 2014

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ


Πλάι μας βρίσκεσαι,Κύριε,
Στην, προς την Εμμαούς, ισόβια πορεία.

Όπως εκείνο το απόβραδο,
Πάντα θα στροβιλίζεται
Το τεριρέμ των αηδονιών-
Δοξαστικό αρχαίο των αγγέλων-

Ανοίγει ένα δρόμο,
Γεμάτο δρύινες σκιές.
Αραιά ανθίζουνε στον ουρανό αστέρια.

Πλάι μας βρίσκεσαι.

Κι όμως
"Κρατούνται οι οφθαλμοί ημών
Του μη Σε επιγνώναι".

Πάροικος θα μας είσαι πάντοτε;
Θα πνίγονται, στην απορία, οι Κλεόπες;

Κύριε,με την ευλογία του άρτου,
Άνοιξε τα κλειστά μας μάτια.

Και μείνε στο τραπέζι μας για πάντα.




ΤΟ ΤΕΡΙΡΕΜ ΤΩΝ ΑΗΔΟΝΙΩΝ



Πλάι μας βρίσκεσαι,Κύριε,
Στην, προς την Εμμαούς, ισόβια πορεία.

Όπως εκείνο το απόβραδο,
Πάντα θα στροβιλίζεται
Το τεριρέμ των αηδονιών-
Δοξαστικό αρχαίο των αγγέλων-

Ανοίγει ένα δρόμο,
Γεμάτο δρύινες σκιές.
Αραιά ανθίζουνε στον ουρανό αστέρια.

Πλάι μας βρίσκεσαι.

Κι όμως
"Κρατούνται οι οφθαλμοί ημών
Του μη Σε επιγνώναι".

Πάροικος θα μας είσαι πάντοτε;
Θα πνίγονται, στην απορία, οι Κλεόπες;

Κύριε,με την ευλογία του άρτου,
Άνοιξε τα κλειστά μας μάτια.

Και μείνε στο τραπέζι μας για πάντα.













Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

ΑΠ' ΤΟ ΨΗΛΟΤΕΡΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΟΥ ΠΥΡΓΟΥ




Υπήρχε κι ο Rainer Maria Rilke
Διάτρητος
Από τις απριλιάτικες βροχές.
Έβγαζε
Απ' τις τσέπες του
Χάρτινα
Αγγελάκια,
Έβγαζε τη νύχτα με το μισοφαγωμένο
Πρόσωπο.

Τα τύλιγε σε αποφάνσεις
"Ο Ήρωας γεννιέται με το θάνατό του"
-Ή κάτι τέτοιο-
Και μας τα πρόσφερε,
Σαν κάποιον που πετάει λουλούδια
Απ'το ψηλότερο παράθυρο
Του
Πύργου.

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

ΣΚΛΗΡΗ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΛΕΥΚΟΤΗΤΑ


Κάποτε πιστεύαμε
Ότι τ'αστέρια είναι αναστάσιμες
Των αγγέλων λαμπάδες.
Οι γέροντες μάλιστα,
Έδιναν παράδοξες ερμηνείες:
Τους διάττοντες
Ονόμαζαν
Μικρά
Βιαστικά χερουβείμ
Που,μ'αναμμένα φτερά, πέφτουν σε στόμια πηγαδιών
Ή σε παιδικές παλάμες
Ανοιχτές κι ενωμένες,
Σαν κύπελλο,γυρισμένο στο θόλο.
Τα σεραφείμ, έλεγαν, πως κουβαλούν μια φλογίτσα
-Δροσερή όσον ο πόκος του Γεδεών.
Στάζει, η τελευταία, στα νυχτερινά γιασεμιά,
Γι αυτό κι εκείνα αντέχουν
Μια τόσον σκληρή,νυχτερινή,λευκότητα.


Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

ΕΝΑΜΙΣΗ ΠΑΚΕΤΟ

ΕΚΑΝΑ ΕΝΑΜΙΣΗ ΠΑΚΕΤΟ

Τέτοιες μέρες, οι λέξεις δεν προτίθενται
Να σε βοηθήσουν στο ποίημα.
Είναι, άλλωστε,εσταυρωμένες-
Άλλες εκ δεξιών κι άλλες εξ ευωνύμων.
Μοναχά μια "μικρή τη ηλικία"
-Σα τον Ζακχαίο-με πλησίασε το πρωί
Και μου είπε "δεν καπνίζω, αλλά ώς τώρα,
Έκανα ενάμιση πακέτο,
Για τον πόνο
Που ένιωσε ο Χριστούλης μας".


Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

ΕΝ ΤΑΙΣ ΗΜΕΡΑΙΣ ΕΚΕΙΝΑΙΣ

ΕΝ ΤΑΙΣ ΗΜΕΡΑΙΣ ΕΚΕΙΝΑΙΣ
Κι ύστερα ξεκουμπώναμε
Το λυπημένο μας πρόσωπο.
Και τ'ακουμπούσαμε-
Σα μια αγριοβιολέτα
Ή σαν κλαράκι ανθισμένης πασχαλιάς,
Εκεί,
Στη βάση του Σταυρού.


Τρίτη 15 Απριλίου 2014

ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟ ΞΕΝΟΝ
Έστω μισολιπόθυμη Άνοιξη
Στις ανθισμένες πασχαλιές πνιγμένη.
Σκάβουν τ'αηδόνια ένα βαθύ πηγάδι,
Να φτάσουν στην καρδιά της νύχτας,
Και τρυφερά να την τυλίξουν.
Σταγόνες, κρέμονται οι αστερισμοί,
Ακούγονται ακριβά αναφιλητά μέσα στα περιβόλια.
Ο Αριμαθαίος στον Πιλάτο  εξηγεί
Το ξένον ενός θεϊκού θανάτου.

Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ


ΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΔΑΚΡΥΑ
Πού άραγε να βρίσκονται ανθισμένα
Τα παλαιά  μενεξεδένια δάκρυα για τον "Νυμφώνα";

ΣΤΑΥΡΟΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ

ΣΤΑΥΡΟΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ
Τέτοιες μέρες, διαπιστώνω ότι τ' όνομά μου δεν είναι
Σίμων.
Δεν ξέρω καν κατά πού πέφτει η Κυρήνη.
Ο Γολγοθάς, μού είναι δυσανάβατος κι ως λέξη.
Άντε να φτάσω στις υπώρειες,
Ζώντας έναν ανθρώπινο πόνο
Σαν αυτόν που βιώνουν εκατομμύρια, πλάι μου.
Πώς να αναλύσω, Κύριε,
Την απόλυτη μοναξιά του "λαμά σαβαχθανί";
(Κι αυτό ο καμπούρης ο καντηλανάφτης
Μου το επεσήμανε, στο "Χειμωνιάτικο φως").
Πώς να ζητήσω απ'τον Πατέρα
Το "Άφες αυτοίς";
Τη Συγχώρεση
Αυτών που με πονούν;
Γι αυτό,Κύριε, μένω στο φολκλόρ-
(Ανάλυση της αρχιτεκτονικής του ιώδους
Οι παιδικές μου Πασχαλιές,
Κι άλλα τέτοια).


Κι όμως, το ξέρω κατά βάθος:
Στην Ανάσταση
Φτάνεις
Μέσα
Από
Τη
Σταύρωση.

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΗΜΕΡΑ

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΗΜΕΡΑ
Σ'ένα παλιό συρτάρι αναπαύεται ο παππούς μου ο Γαρύφαλλος.
Όταν έχω δύσκολο ύπνο τον πιάνω απαλά
Και τον τοποθετώ κάτω απ' το μαξιλάρι μου.
Μου μιλάει,τότε, για την καρυδιά της αυλής του,
Και τις καντάδες του Θωμά και των άλλων λιμοκοντόρων,
Για τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τη Μαριάννα Χατζοπούλου.
Είχε την τύχη να τους γνωρίσει από κοντά.
Τον πρώτο τον προσφώνησε:"Ως ευ παρέστης, Ελευθέριε σοφέ.."
Με τη δεύτερη τραγούδησαν το "Γαρύφαλλο στ' αυτί",
Ενώ ο αχρείος ο Πεταλάς τους σέρβιρε στεγνή καρυδόπιτα.
"Γύριζε τα μάτια της σαν καρουζέλ" μου λέει.
"Τη ζωγράφισα στη σκόνη του τραπεζιού".

Όταν το πρωινό φεγγάρι μυρίσει πικραμύγδαλο
Ο παππούς αποσύρεται στο συρτάρι του
Κι εγώ κοιτάζω στον καθρέφτη με το χαραγμένο "Καλημέρα".


Κυριακή 13 Απριλίου 2014

ΚΥΡΙΩΣ ΕΛΛΕΙΠΑΝ

ΚΥΡΙΩΣ ΕΛΛΕΙΠΑΝ
Κι όταν έσπρωξε απαλά την πόρτα,
Κανένα δωμάτιο δεν ένιωσε πίσω.
Δεν είδε καρέκλες ή κρεβάτια
Ούτε τραπέζια με βάζα από πορσελάνη.
Δεν υπήρχαν παράθυρα να ευωδιάζουν
Από ανθισμένες του κήπου βερικοκιές,
Ήλιο και πουλιά φορτωμένες.

Κυρίως έλλειπαν οι άνθρωποι.

Και τα χρόνια ήσαν κρυμμένα-
Όπως οι παντούφλες και οι σκούπες.


Μόνον η Αγία Παρασκευή, η Επιβατιανή
Τον ευλογούσε
Μ'ένα πιατάκι
Κόλλυβα
Στο χέρι.

Σάββατο 12 Απριλίου 2014

ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ ΦΩΣ

ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ ΦΩΣ
Μπροστά απ'το παράθυρο πέρασε ένα σπουργίτι
Με λίγο μαγιάτικο φως στο ράμφος
Και μια σκοτωμένη παπαρούνα στην ουρά.
"Αυτό ήταν όλο"ψιθύρισε η Διοτίμα
Η ουκ άπειρος δυσσυνέτων διαγραμμάτων.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

ΣΠΕΡΝΟΥΝ ΤΟ ΑΣΗΜΑΝΤΟ

ΣΠΕΡΝΟΥΝ ΤΟ ΑΣΗΜΑΝΤΟ
Εδώ,
Οι άνθρωποι είναι γυμνοί κι αθώοι.
Φτιαγμένοι από παλαιά κομμάτια ποιημάτων
Τραγουδούν τους Ουρανούς που δεν γνώρισαν.
Στα χέρια τους κρατούν δέσμες
Παλαιών νυχτερινών παιγνιδιών
(Κρυφτό,κυνηγητό, σκλαβάκια...)
Τα προσφέρουν σ'όσους τους φωνάζουν"σ'αγαπώ"
Με τον τρόπο που πέφτει ένα αστέρι
Με την τέχνη που ξεφυλλίζεται ένα φθαρμένο βιβλίο
Γεμάτο πριγκηπόπουλα που έμαθαν να κοάζουν.
Εδώ,
Οι άνθρωποι σπέρνουν το ασήμαντο
Και θερίζουν ένα αλληλούια
Θυμούνται τις οσμές της Κυριακής
Και τα σιωπηλά αποχαιρετιστήρια μαντίλια.
Περνούν από χαραμάδες αντιθέτων:
(Το Χοντρό και το Λιγνό
Στην παράγκα της Μεταμόρφωσης)
Το νυσταγμένο Γιόζεφ που ξύπνησε κατσαρίδα.
Όταν κρυώνουν, φορούν τη μουσική
Κι όταν πεινούν, μασούν τα όνειρα.







Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΟΥΡΟΝΤΙΒΥ

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΟΥΡΟΝΤΙΒΥ

Κι αν, κάποιο απόβραδο, ένα ποίημα γιουροντίβυ σταθεί στην πόρτα σας και

διακονέψει διακριτικά σαλότητα, ν'ανοίξετε το ερμάρι και να ρωτήσετε τον

πεθαμένο παππού.Ή τινάξτε τη σκόνη παλαιών συναξαρίων ψάχνοντας την οσία

γύμνια.Ακουμπήστε το εύρημα στην παλάμη του-η νύχτα των καιρών έχει ανάγκη

από επίγεια άστρα.

Τετάρτη 9 Απριλίου 2014

Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΖΟΦΟΣ

Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΖΟΦΟΣ

Αφαιρώντας
Αφαιρώντας
Αφαιρώντας έρχεται το ποίημα.
Έμεινες ο τελευταίος των οιωνοσκόπων,
Με το βλέμμα καρφωμένο
Στη βιολετιά δύση και τα πουλιά
Που σχεδιάζουν τις νυχτερινές απώλειες,
Επιλέγουν ποιος, στο επόμενο ενύπνιο,
Θα' χει μισάνοιχτες τις βαλίτσες του.
"Μή ιδέτω η ψυχή μου
Τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών...".
Ο Άγιος Ευστράτιος δε μελετούσε
Τις γραμμές μιας σιντεφόχροης
Εδεμικής στεφάνης.
Τραβούσε τα κουρτινάκια της καρδιάς
Και τρόμαζε απ'τον αρχαίο ζόφο.

ΦΛΑΣ ΑΠ' ΤΑ ΠΑΛΙΑ

ΦΛΑΣ ΑΠ' ΤΑ ΠΑΛΙΑ

Ανάμεσα στο πουθενά και το ποτέ
Τινάζονται σαν τριαντάφυλλο
Τα όντα.
Μπορεί να'ναι δυο χελιδόνια,
Αστερισμοί,
Μια ουασιγκτώνα ατέρμονη
-Στασίδι των αγγέλων-
Ή
Ένας γύφτος στεγνός,
Ο αρκουδιάρης,
Που θεραπεύει, με την ισορροπία του "Μάρκου",
Τη μέση της Ματζαφλέραινας.

Τρίτη 8 Απριλίου 2014

ΠΩΣ ΘΑ ΣΗΜΑΝΘΕΙ Η ΚΡΙΣΗ;

ΕΞΑΦΤΕΡΟΥΓΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
Παράξενος άγγελος.
Τρυπώνει,διαιτητής αυτός
Στα τραγούδια-αλάνες των παιδιών,
Αποχαιρετάει τους μοναχικούς
Ν΄ακούσουν, φεύγοντας, μια καληνύχτα.
Κάποτε, σ'ενάντιο άνεμο,πήρε τη θέση του χαρταετού
Κι ανέβασε τον κουνιάδο μου σε γαλακτόχρωμο ύψος.
Φυτρώνει σαν ασθματικό Γερόντιο
Και κολυμπάει στις μνήμες μέσα των ανθρώπων.
Τον βοηθάει το ύπτιο, στο υγρό "υπήρξε".
Παράδοξο ον, αρνητής του απόλυτου στο χωροχρόνο-
Τη δράση hic et nunk.
"Άφησε τη Στιγμή" μονολογεί "υπάρχει ένα τραγούδι
Που ρίζωσε γερά στο χτες".
Χλομός και δύσμορφος
Ταξιδεύει σε πρωινά ενύπνια-
Πώς αλλιώς θα σημανθεί η Κρίση;










Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΣΥΝΘΗΜΑ

ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ ΣΕ ΧΩΡΑ ΜΑΚΡΙΝΗ
Τέτοιο καιρό, ψάχναμε, στη Σύνοψη,τα "Εγκώμια"
Και το "Δος μοι τούτον τον ξένον".
(Κατέβαινε ένας άγγελος και,μυστικά,μας πέρναγε τον ήχο).
Ο Πακιαπάκιας πουλούσε "φρέσκες μπογιές"
Άνθιζαν, γροθιές πάλλευκες, οι αχλαδιές.
Οι γριούλες μας μιλούσαν για τη συννεφιά των ημερών:
"Στάλες αραιές πέφτουν τα δάκρυα της Παναγιάς".
Τα κορίτσια πρόβαραν τα βραδινά τους χαμόγελα
Κι ο Πανάγος κατέβαινε στην αλάνα με τις αρβύλες
Ζητώντας "δω,δω,δω,"τραυλά κι επίμονα, την μπάλα.
Κοασμοί κι αηδονολαλιές.
Οι τοίχοι ασπρίζονταν για να,επάνω τους,τυπωθεί
Το αιώνιο σύνθημα.

Κυριακή 6 Απριλίου 2014

ΘΑ ΤΑ ΞΑΝΑΒΡΟΥΜΕ ΟΛ' ΑΥΤΑ

ΖΕΣΤΗ ΚΟΚΚΙΝΗ ΒΡΟΧΗ
Κι έτσι σκορπίσαμε τους αρμούς του μικρού καραβιού
Του αταξίδευτου οε,οε, οε,οε
Ανάμεσα στα σπάρτα και της χελώνας το καύκαλο.
Μέσα στους στρογγυλούς τάφους τους γυμνούς
Από κτερίσματα.
Ένας άγγελος έδεσε την αιωνιότητα στον πάσσαλο.
Θα τα ξαναβρούμε όλα αυτά
Θα τα ξαναπούμε-
Μόνο που θα μεσολαβήσει μια νύχτα, γεμάτη όξος και χολή
Κι οι πασχαλιές θα μυρίζουν,όπως τ'αστέρια,αδειοσύνη
-Όχι το κενό αλλά τη δυνατότητά του-
Κι οι υπερβολικοί θα σβήσουν όπως οι ποιητές
Θα μείνει Εκείνος κάτω από μια ζεστή αιμάτινη βροχή.





Σάββατο 5 Απριλίου 2014

ΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ

ΤΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ
Αυτά τα βραδινά παράθυρα των σπιτιών
Εκπέμπουν ένα χλωμό φως.
Γεμάτο χαρακιές κι απουσίες,
Ένα φως που μυρίζει γιασεμί κι ασετιλίνη.
Το μαζεύουμε στις φούχτες
Και πλάθουμε μ'αυτό τα ποιήματά μας.
Παράδοξα ποιήματα.Συνομιλούν μαζί μας
Μας επισημαίνουν ιδιώματα των παλαιών:
" Θα βρεθώ μετά των άλλων φύλων", έλεγε η γιαγιά
Κι ανέβαινε σαρανταπέντε σκαλοπάτια.

Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ

ΚΙΤΡΙΝΗ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ

Τελευταία ονειρεύομαι μια κίτρινη πεταλούδα.
-Είμαι ο Καιρός που απομένει
Μου λέει.
-Φοβάμαι μόνο τις απόχες
Και τις προσδοκίες
Που
Μου
Φορτώσατε.


Η ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

ΚΡΑΥΓΑΖΕΙ "CUT"

Εγώ βλέπω
Εσύ βλέπεις
Εμείς βλέπουμε το Χρόνο
Στη συνοικία των Παλαιών Μαγαζείων
Όπου τα χάνια γκρεμίζονται αργά
Σα σκηνικά του Μπεν Χουρ.

(Ο σκηνοθέτης κραυγάζει cut).

Τα τριαντάφυλλα ραντίζουν με αίμα τους κήπους
Κι ένα αρχαίο ποδοβολητό σπρώχνει τη νύχτα.

Το πρωί, ένα πουλί
Θα βρεθεί νεκρό πάνω στο φιλιατρό
Του πηγαδιού που στέρεψε
Απ' το νερό της λήθης.

Επειδή ο Καιρός περισώζεται
Ολόκληρος στη μνήμη

Και τα τραγούδια απόμειναν
Οι αντηρίδες
Στον ύπνο
Που είναι η άλλη πλευρά του θανάτου.


Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

ΟΙ ΑΡΡΙΖΕΣ ΨΥΧΕΣ
Οι ποιητές είναι τα μυστήρια ποντοπόρα
Που, ενώ έχουν βάλει πλώρη προς τη σελήνη,
Αράζουν τελικά σ' ένα εντός τους νησί,
Φτιαγμένο από λέξεις χωρίς άλω.

Οι λέξεις αυτές φορούν
Καμπαρντίνες και στρογγυλά καπέλα
Κι- άσκοπα- ανεβοκατεβαίνουν σκάλες.

Πρόκειται για τις άρριζες ψυχές των ποιητών
Που, σα νούφαρα, σε στέρνες ταξιδεύουν.

Προορισμός πάντως είναι πάντα το φεγγάρι.


Τρίτη 1 Απριλίου 2014

ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΑΓΩΝΙΑ


ΟΠΩΣ ΘΑ'ΛΕΓΕ Ο ΔΟΝ ΜΙΓΚΕΛ

Ανάμεσα σε άνθη και ουράνια σώματα
Υφασμένα σε εαρινό άνεμο
Ενεδρεύουν και πιο στέρεα όντα:
Ο Καίσαρ,αίφνης, ο επιληπτικός
Που έπεσε στη θάλασσα
Πίσω απ'τα ψαράδικα του 60,
Ο πατέρας του
Που τον ακολούθησε. Στο ίδιο σημείο.
Συνομιλώντας, υποθέτω,με το χαμένο του παιδί.
Ή ο Μανώλης που τάιζε τους γλάρους
-Κάθε πρωί μια φρατζόλα-
Κι ύστερα πήγαινε για καφέ στη Μινέρβα.
Τον βρήκαν ν'ακούει χερουβικά, στο γουόκμαν.
Εντούτοις εμείς κυνηγούμε τα νέφη
Τη γηραιά μάγισσα με τη σπασμένη σκούπα.
Ενδίδουμε στις σκουριασμένες βροχές
Που χαράσσουν μοναχικά, άγνωστα, χέρια
Κι αγνοούμε τον άνθρωπο
Με το κρέας και τα κόκκαλά του-
Όπως θα'λεγε ο Δον Μιγκέλ Ουναμούνο